Ajusté στα ελληνικά

Μετάφραση: ajusté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυθμίζει, προσαρμόζει, ρυθμίζουν, θα προσαρμοστεί αυτόματα, προσαρμοστεί αυτόματα
Ajusté στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • ajustai στα ελληνικά - ρυθμίζεται, ρυθμιστεί, προσαρμοστεί, προσαρμόζεται, ρυθμίστηκε
  • ajustant στα ελληνικά - ρύθμιση, προσαρμογή, την προσαρμογή, ρύθμισης, τη ρύθμιση
  • ajustement στα ελληνικά - πρόσφορος, σχηματισμός, κατάλυμα, προσαρμογή, στέγαση, ρύθμιση, διασκευή, ...
  • ajustent στα ελληνικά - ρυθμίζω, προσαρμόζω, προσαρμόσει, ρυθμίστε, προσαρμόσετε, ρυθμίσετε, προσαρμόστε
Τυχαίες λέξεις
Ajusté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυθμίζει, προσαρμόζει, ρυθμίζουν, θα προσαρμοστεί αυτόματα, προσαρμοστεί αυτόματα