Amortissement στα ελληνικά
Μετάφραση: amortissement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαγορά, υποτίμηση, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amortis στα ελληνικά - αποσβένεται, αποσβένονται, αποσβεστεί, αποσβέννυνται, αποσβεσμένο
- amortissant στα ελληνικά - απόσβεσης, απόσβεση, αποσβέσεως, την απόσβεση, της απόσβεσης
- amortissent στα ελληνικά - μαξιλάρι, μαξιλαριού, μαξιλαράκι, μαξιλάρι του, μαξιλαριού του
- amortisseur στα ελληνικά - αμορτισέρ, απορρόφησης κραδασμών, μέσο απορρόφησης κραδασμών, αποσβεστήρα, αποσβεστήρα κραδασμών
Τυχαίες λέξεις
Amortissement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαγορά, υποτίμηση, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης
Μεταφράσεις: εξαγορά, υποτίμηση, λύτρωση, αποσβέσεων, απόσβεση, αποσβέσεις, απόσβεσης, εξόφλησης