Aplatissent στα ελληνικά
Μετάφραση: aplatissent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισιώνω, ισοπεδώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aplatis στα ελληνικά - ισοπεδώνω, ισιώνω, ισοπέδωσε, πεπλατυσμένη, πεπλατυσμένο, ισοπεδωμένα, πλατυσμένοι
- aplatissement στα ελληνικά - ισοπέδωση, ισοπέδωσης, ισοπεδώνοντας, επιπέδωσης, επιπεδώσεως
- aplatissez στα ελληνικά - ισιώνω, ισοπεδώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
- aplatissons στα ελληνικά - ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Τυχαίες λέξεις
Aplatissent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισιώνω, ισοπεδώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση
Μεταφράσεις: ισιώνω, ισοπεδώνω, ισιώστε, ισοπεδώσουν, ισιώσει, ισοπέδωση