Appliquer στα ελληνικά

Μετάφραση: appliquer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιτούμαι, υλοποιώ, επισυνάπτω, ασκώ, συνδέω, άσκηση, όργανο, εφαρμόζω, χρησιμοποιώ, βάζω, χρήση, εργαλείο, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, εφαρμογή, εφαρμόζουν
Appliquer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • applique στα ελληνικά - βάζω, αιτούμαι, στολισμός, εφαρμόζω, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, ...
  • appliquent στα ελληνικά - βάζω, αιτούμαι, εφαρμόζω, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, εφαρμογή, ...
  • appliqué στα ελληνικά - ενδελεχής, μελέτη, επιμελής, σπουδάζω, κοπιαστικός, εργατικός, σπουδές, ...
  • appliquée στα ελληνικά - εφαρμοσμένη, εφαρμοσμένης, Applied, Εφαρμοσμένων, της εφαρμοσμένης
Τυχαίες λέξεις
Appliquer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιτούμαι, υλοποιώ, επισυνάπτω, ασκώ, συνδέω, άσκηση, όργανο, εφαρμόζω, χρησιμοποιώ, βάζω, χρήση, εργαλείο, ισχύουν, εφαρμόζονται, εφαρμόζεται, εφαρμογή, εφαρμόζουν