Attractif στα ελληνικά
Μετάφραση: attractif, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δελεαστικός, ελκυστικός, θελκτικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά
Μεταφράσεις
- attiédissement στα ελληνικά - δροσιστικός, χλιαρότητα, τη χλιαρότητα, χλιαρότητάς
- attouchement στα ελληνικά - νιώθω, αισθάνομαι, πινελιά, υφή, αγγίζω, αφή, επαφή, ...
- attraction στα ελληνικά - αίγλη, έφεση, τραβώ, βαρύτητα, έλξη, θέαμα, έλξης, ...
- attractions στα ελληνικά - αξιοθέατα, τουριστικά αξιοθέατα, αξιοθέατα της, τα αξιοθέατα
Τυχαίες λέξεις
Attractif στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δελεαστικός, ελκυστικός, θελκτικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά
Μεταφράσεις: δελεαστικός, ελκυστικός, θελκτικός, ελκυστική, ελκυστικό, ελκυστικές, ελκυστικά