Bâtisse στα ελληνικά
Μετάφραση: bâtisse, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δομή, ανέγερση, κατασκευή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση
Μεταφράσεις
- bâtis στα ελληνικά - χτίζω, οικοδομώ, κατασκευάζω, βάσεις, αναρτήσεις, στηρίγματα, βάσεων, ...
- bâtissant στα ελληνικά - κτίριο, κτιρίου, κτήριο, κτηρίου, οικοδόμηση
- bâtissent στα ελληνικά - χτίζω, οικοδομώ, κατασκευάζω, κατασκευή, οικοδόμηση, οικοδομήσουμε, χτίσει, ...
- bâtisseur στα ελληνικά - κτίστης, οικοδόμος, χτίστης, Builder, κατασκευαστή, Δόμηση, κατασκευαστής
Τυχαίες λέξεις
Bâtisse στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δομή, ανέγερση, κατασκευή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση
Μεταφράσεις: δομή, ανέγερση, κατασκευή, κτήριο, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, οικοδόμηση