Biscuit στα ελληνικά
Μετάφραση: biscuit, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπισκότο, κέικ, βαρελότο, μπισκότου, μπισκότων, μπισκότα, μπισκοτοποιίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- biscornu στα ελληνικά - στραβός, ρούμι, το ρούμι, ρουμιού, ρούμι που
- biscotte στα ελληνικά - μπισκότο, βαρελότο, παξιμάδι, φρυγανιά, παξιμαδιού, παξιμάδια, μπισκότων
- bise στα ελληνικά - βοράς, φίλημα, φιλώ, βοριάς, φιλί, το φιλί, φιλί για, ...
- biseau στα ελληνικά - υποκρισία, κλίνω, γέρνω, λοξή γωνία, λοξεύω, λοξότμηση, λοξοτμήσεως, ...
Τυχαίες λέξεις
Biscuit στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπισκότο, κέικ, βαρελότο, μπισκότου, μπισκότων, μπισκότα, μπισκοτοποιίας
Μεταφράσεις: μπισκότο, κέικ, βαρελότο, μπισκότου, μπισκότων, μπισκότα, μπισκοτοποιίας