Blanchir στα ελληνικά

Μετάφραση: blanchir, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εναργής, άσπρος, εκκαθαρίζω, ασπρίζω, έκδηλος, χλωρίνη, λευκός, διαυγής, πλύνω, εκκενώνω, τρίβω, λευκό, χτενίζω, λευκαντικό, πλένω, ελευθερώνω, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία
Blanchir στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blanchie στα ελληνικά - λευκασμένα, λευκασμένο, λευκασμένες, λευκανθέν, τα λευκασμένα
  • blanchies στα ελληνικά - λευκασμένα, λευκασμένο, λευκασμένες, λευκανθέν, τα λευκασμένα
  • blanchirent στα ελληνικά - ασπρισμένο, λευκασμένο, ασπρισμένα, λευκασμενη, λευκαίνονται
  • blanchis στα ελληνικά - λευκασμένα, λευκασμένο, λευκασμένες, λευκανθέν, τα λευκασμένα
Τυχαίες λέξεις
Blanchir στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εναργής, άσπρος, εκκαθαρίζω, ασπρίζω, έκδηλος, χλωρίνη, λευκός, διαυγής, πλύνω, εκκενώνω, τρίβω, λευκό, χτενίζω, λευκαντικό, πλένω, ελευθερώνω, ασβεστώνω, ασβεστόνερο, ασβέστη, συγκάλυψη, κιμωλία