Bouche στα ελληνικά
Μετάφραση: bouche, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χασμουρητό, χασμουριέμαι, στόμα, σαγόνι, στόμιο, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bouchant στα ελληνικά - κλείδωμα, αποκλεισμού, μπλοκάροντας, μπλοκάρισμα, εμποδίζοντας
- bouchent στα ελληνικά - τσόκαρο, εμποδίζω, βουλώνω, clog που, κωλύω
- boucher στα ελληνικά - στραγγαλίζω, κολλητός, τσόκαρο, σφάζω, φράζω, αποπνιχτικός, γεμίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Bouche στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χασμουρητό, χασμουριέμαι, στόμα, σαγόνι, στόμιο, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Μεταφράσεις: χασμουρητό, χασμουριέμαι, στόμα, σαγόνι, στόμιο, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό