Calamité στα ελληνικά
Μετάφραση: calamité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστροφή, ατύχημα, θάνατος, συμφορά, όλεθρος, θύμα, μοχθηρία, κατάρρευση, πανώλης, καταστροφής, συμφοράς, calamity
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cal στα ελληνικά - κάλος, τύλου, κάλλου, τύλων, τύλος
- calamiteux στα ελληνικά - μοιραίος, δυστυχής, ολέθριος, απελπισμένος, θλιβερός, καταστροφικός, καταστρεπτικός, ...
- calandre στα ελληνικά - κάγκελα, ημερολόγιο, calender, ημερολογιακό, ημερολογιακού
- calanque στα ελληνικά - ορμίσκος, λιμανάκι, όρμο, όρμου, όρμος
Τυχαίες λέξεις
Calamité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστροφή, ατύχημα, θάνατος, συμφορά, όλεθρος, θύμα, μοχθηρία, κατάρρευση, πανώλης, καταστροφής, συμφοράς, calamity
Μεταφράσεις: καταστροφή, ατύχημα, θάνατος, συμφορά, όλεθρος, θύμα, μοχθηρία, κατάρρευση, πανώλης, καταστροφής, συμφοράς, calamity