Canaille στα ελληνικά

Μετάφραση: canaille, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόρτης, συμμορία, κακόμοιρος, όχλος, κουνάβι, μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, Canaille
Canaille στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • canada στα ελληνικά - Καναδάς, Καναδά, τον Καναδά, του Καναδά
  • canadien στα ελληνικά - Καναδός, καναδικός, καναδική, καναδικό, καναδικές
  • canaillerie στα ελληνικά - αχρειότητα, αχρειότης
  • canal στα ελληνικά - γερός, πορθμός, διοχετεύω, φωνή, ρεματιά, κανάλι, ήχος, ...
Τυχαίες λέξεις
Canaille στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόρτης, συμμορία, κακόμοιρος, όχλος, κουνάβι, μπερμπάντης, παλιάνθρωπος, Canaille