Conduire στα ελληνικά
Μετάφραση: conduire, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαβιβάζω, χειρίζομαι, συνεπαίρνω, οδηγός, πιλότος, μόλυβδος, φέρσιμο, καβαλιέρος, κεφάλι, ξεναγώ, τρέχω, οδηγώ, ηγούμαι, εξουσιάζω, πιλοτάρω, καταφέρνω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abaque στα ελληνικά - άβακας, αβάκιο, αριθμητήριο, άβακα, κιονόκρανο, abacus
- accéda στα ελληνικά - προσχώρησαν, προσχωρήσει, προσχώρησε, προσχώρηση, έχουν προσχωρήσει
- balai στα ελληνικά - ρουμάνι, σκούπα, σφουγγαρίζω, χαμόδεντρα, τρίβω, σφουγγαρίστρα, χτυπητήρι, ...
- batterie στα ελληνικά - εξοπλισμός, τοποθετώ, σουίτα, ακολουθία, καθορισμένος, μπαταρία, μπαταρίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Conduire στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαβιβάζω, χειρίζομαι, συνεπαίρνω, οδηγός, πιλότος, μόλυβδος, φέρσιμο, καβαλιέρος, κεφάλι, ξεναγώ, τρέχω, οδηγώ, ηγούμαι, εξουσιάζω, πιλοτάρω, καταφέρνω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί
Μεταφράσεις: διαβιβάζω, χειρίζομαι, συνεπαίρνω, οδηγός, πιλότος, μόλυβδος, φέρσιμο, καβαλιέρος, κεφάλι, ξεναγώ, τρέχω, οδηγώ, ηγούμαι, εξουσιάζω, πιλοτάρω, καταφέρνω, οδηγήσουν, να οδηγήσει, οδηγήσει, οδηγούν, οδηγεί