Couramment στα ελληνικά
Μετάφραση: couramment, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνήθως, κοινά, άπταιστα, κοινώς, συνηθισμένος, κοινός, ευχέρεια, με ευχέρεια, ευφράδεια, με ευφράδεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abusé στα ελληνικά - κατάχρηση, κακοποιηθεί, καταχράστηκε, καταχραστεί, κατάχρηση της
- accouchent στα ελληνικά - περιορίζω, περιστέλλω, γέννηση, γέννησης, τη γέννηση, γέννησή, τη γέννησή
- blanchissez στα ελληνικά - λευκαντικό, λευκαντικού, χλωρίνη, λεύκανσης, λευκαντικών
Τυχαίες λέξεις
Couramment στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνήθως, κοινά, άπταιστα, κοινώς, συνηθισμένος, κοινός, ευχέρεια, με ευχέρεια, ευφράδεια, με ευφράδεια
Μεταφράσεις: συνήθως, κοινά, άπταιστα, κοινώς, συνηθισμένος, κοινός, ευχέρεια, με ευχέρεια, ευφράδεια, με ευφράδεια