Λέξη: νικητής

Σχετικές λέξεις: νικητής

νικητής your face sounds familiar, νικητής yfsf, νικητής voice, νικητής the voice ελλάδα, νικητής eurovision 2013, νικητής γιουροβίζιον 2014, νικητής eurovision 2004, νικητής στο βοισ, νικητής γιουροβιζιον, νικητής eurovision 2014

Συνώνυμα: νικητής

βίκτορας, κερδίσας, δαμαστής, κατακτητής, πορθητής, υπερβαίνων

Μεταφράσεις: νικητής

νικητής στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
winner, victor, winner of, the winner, a winner

νικητής στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ganador, vencedor, ganadora, ganador del, de festival de, ganador de

νικητής στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewinner, siegestor, sieger, Sieger, Gewinner, in Festivals, Träger

νικητής στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gagnant, gagneuse, gagneur, triomphateur, vainqueur, lauréat, gagnante, gagnants

νικητής στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vincitore, vincitrice, vincitori, vincitore del, vincente

νικητής στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vencedor, vencedora, ganhador, vencedor do, o vencedor

νικητής στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
winnaar, overwinnaar, winner, winnaar van, winnaar van de, de winnaar

νικητής στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
призер, победитель, победителем, лауреат, победителя, лауреатом

νικητής στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
seierherre, vinner, vinneren, vinner av, winner

νικητής στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
segrare, vinnare, vinnaren, vinner, vinnare av

νικητής στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
voittaja, Winner, voittajan, voittajaksi, voittajalle

νικητής στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vinder, vinderen, Choice, Winner, vinder af

νικητής στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vítěz, vítězem, vítěze, vítězka, výherce

νικητής στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zwycięzca, laureat, zdobywczyni, zwyciężczyni, zdobywca, zwycięzcą, laureatem

νικητής στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyertes, bombasiker, győztes, Winner, győztese, nyertese

νικητής στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kazanan, galibi, kazanır, winner, birincisi

νικητής στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
моргання, переможець, переможця

νικητής στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fitimtar, fitues, fituesi, fituese, fituesi i, fitues i

νικητής στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
победител, носител, Winner, носител на, победителя

νικητής στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пераможца

νικητής στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haagiselamu, võitja, võitjaks, võitjale, laureaat, võitis

νικητής στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dobitnik, pobjednik, pobjednika, pobjednica, dobitnica

νικητής στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sigurvegari, Sigurvegarinn, sigurvegara, sigraði

νικητής στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
victor

νικητής στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nugalėtojas, laimėtojas, laureatas, nugalėtoja, nugalėtoju

νικητής στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
uzvarētājs, uzvarētāju, ieguvējs, laureāts, uzvarētāja

νικητής στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
победникот, победник, добитник, добитникот

νικητής στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
câștigător, castigator, invingatorul, câștigătorul, castigatorul

νικητής στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zmagovalec, dobitnik, zmagovalka, zmagovalca, dobitnik nagrade

νικητής στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
víťaz

Στατιστικά δημοτικότητας: νικητής

Τυχαίες λέξεις