Απασχολημένος στα αγγλικά

Μετάφραση: απασχολημένος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
busy
Απασχολημένος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: απασχολημένος

busy
  • απασχολημένος
  • κατειλημμένος

Σχετικές λέξεις: απασχολημένος

απασχολημένος συνώνυμα, απασχολημένος in english, απασχολημένος λεξικό γλώσσας αγγλικά, απασχολημένος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • απαρχαιωμένος στα αγγλικά - archaic, antiquated, obsolete, outdated, fashioned
  • απαστράπτω στα αγγλικά - sparkle, flare
  • απασχολώ στα αγγλικά - engross, busy, employ, preoccupy, occupy, bothering
  • απασχόληση στα αγγλικά - pastime, livelihood, employment, jobs, time, work
Τυχαίες λέξεις
Απασχολημένος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: busy