Crédit στα ελληνικά

Μετάφραση: crédit, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πεποίθηση, γόητρο, αίγλη, εμπιστεύομαι, εξάρτηση, πίστη, δανεισμός, εχεμύθεια, τικ, πίστωση, δάνειο, αυτοπεποίθηση, εμπιστοσύνη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
Crédit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adagio στα ελληνικά - βραδύς, Adagio, Το Adagio, βραδέως, Αντάτζιο
  • adoré στα ελληνικά - αγαπούσε, αγάπησε, τους αγαπημένους, αγάπησαν, άρεσε πολύ
  • agrandirent στα ελληνικά - διευρύνθηκε, διευρυνθεί, διευρύνθηκαν, διεύρυνε, διευρύνεται
  • caser στα ελληνικά - φυλάω, τόπος, τοποθετώ, σφηνώνω, εντοπίζω, μέρος, βάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Crédit στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πεποίθηση, γόητρο, αίγλη, εμπιστεύομαι, εξάρτηση, πίστη, δανεισμός, εχεμύθεια, τικ, πίστωση, δάνειο, αυτοπεποίθηση, εμπιστοσύνη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό