Αυτοπεποίθηση στα γαλλικά

Μετάφραση: αυτοπεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
confiance, fermeté, assurance, certitude, crédit, foi, croyance, aplomb, sûreté, intimité, confidence, la confiance, de confiance, confiance du
Αυτοπεποίθηση στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αυτοπεποίθηση

αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση η τέχνη ν’ αποκτάς αυτά που θέλεις, αυτοπεποίθηση αποφθέγματα, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση λεξικό γλώσσας γαλλικά, αυτοπεποίθηση στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • αυτοματοποιώ στα γαλλικά - automatisent, automatisons, automatisez, automatiser, Automates, automatise, des automates, ...
  • αυτονομία στα γαλλικά - autonomie, indépendance, autarcie, l'autonomie, d'autonomie, une autonomie
  • αυτοσχεδιάζω στα γαλλικά - improvisez, improvisent, improvisons, improviser, improvisation, improviser des, d'improviser, ...
  • αυτούς στα γαλλικά - ils, elles, les, eux, leur, entre eux
Τυχαίες λέξεις
Αυτοπεποίθηση στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: confiance, fermeté, assurance, certitude, crédit, foi, croyance, aplomb, sûreté, intimité, confidence, la confiance, de confiance, confiance du