Δανεισμός στα γαλλικά
Μετάφραση: δανεισμός, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
emprunter, emprunt, crédit, prêter, prêt, emprunts, l'emprunt, les emprunts
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δανεισμός
δανεισμός ελλάδας, δανεισμός εργαζομένων, δανεισμός βιβλίων, δανεισμός υπαλλήλου, δανεισμός προσωπικού, δανεισμός λεξικό γλώσσας γαλλικά, δανεισμός στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- δανείζω στα γαλλικά - prêtez, ajouter, prêtons, fournir, impartir, emprunter, administrer, ...
- δανειζόμενος στα γαλλικά - débiteur, emprunteur, l'emprunteur, emprunteurs
- δαπάνες στα γαλλικά - déguster, charge, édition, consommation, dépense, frais, coûts, ...
- δαπάνη στα γαλλικά - édition, value, valois, prix, valurent, coûtez, coûtées, ...
Τυχαίες λέξεις
Δανεισμός στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: emprunter, emprunt, crédit, prêter, prêt, emprunts, l'emprunt, les emprunts
Μεταφράσεις: emprunter, emprunt, crédit, prêter, prêt, emprunts, l'emprunt, les emprunts