Créneau στα ελληνικά

Μετάφραση: créneau, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατόπιση, διάστημα, εκτόπισμα, απόσταση, διάλειμμα, κενό, χάσμα, κόγχη, θέση, εξειδικευμένες, εξειδικευμένη, θέσεων
Créneau στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accuse στα ελληνικά - κατηγορεί, προσάπτει, κατηγορεί την, κατηγορεί τον, κατηγορεί για
  • attraction στα ελληνικά - αίγλη, έφεση, τραβώ, βαρύτητα, έλξη, θέαμα, έλξης, ...
  • bâchées στα ελληνικά - αδιάβροχο, μουσαμά, μουσαμάς, από μουσαμά, αδιάβροχα
  • collectiviser στα ελληνικά - collectivize
Τυχαίες λέξεις
Créneau στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατόπιση, διάστημα, εκτόπισμα, απόσταση, διάλειμμα, κενό, χάσμα, κόγχη, θέση, εξειδικευμένες, εξειδικευμένη, θέσεων