Crétin στα ελληνικά
Μετάφραση: crétin, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβραδύνω, καθυστερώ, παλαβός, χαζός, βλάκας, μωρός, moron, διανοητικώς καθυστερημένος, ηλίθιε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amusé στα ελληνικά - διασκεδάζει, διασκεδάζουν, διασκέδασε, διασκεδασμένος, διασκεδασμένο
- balayant στα ελληνικά - σαρωτικός, σκούπισμα, σαρωτικές, σαρωτική, σάρωσης, εκπληκτική
- compense στα ελληνικά - αντισταθμίζει, αποζημιώνει
Τυχαίες λέξεις
Crétin στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβραδύνω, καθυστερώ, παλαβός, χαζός, βλάκας, μωρός, moron, διανοητικώς καθυστερημένος, ηλίθιε
Μεταφράσεις: επιβραδύνω, καθυστερώ, παλαβός, χαζός, βλάκας, μωρός, moron, διανοητικώς καθυστερημένος, ηλίθιε