Débotté στα ελληνικά

Μετάφραση: débotté, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαπίνης, απροσδόκητα
Débotté στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amnésie στα ελληνικά - αμνησία, αμνησίας, της αμνησίας, την αμνησία, αμνησίας που
  • aventurer στα ελληνικά - πάσσαλος, αποτολμώ, τύχη, επιχειρώ, ευκαιρία, πιθανότητα, διακυβεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Débotté στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαπίνης, απροσδόκητα