Λέξη: δριμύτητα

Σχετικές λέξεις: δριμύτητα

δριμύτητα ορισμος, δριμύτητα συνωνυμα, δριμύτητα συνωνυμο

Συνώνυμα: δριμύτητα

αυστηρότητα, ακαμψία, αυστηρότης, δριμύτης, πικρότητα, πικρία, ζήλος, οξύτης, οξύτητα, ξυνός χυμός, ζουμί αγουρίδας, ξυνίλα, πικρότης, φρεσκάδα, εύθυπτο, θρυπτικότητα, ζωηρότης, ζωηρότητα, τραχύτητα, τραχύτης, δηκτικότητα, δηκτικότης, αιχμηρότητα, σαφήνεια, πίκρα, πικράδα, φαρμάκι

Μεταφράσεις: δριμύτητα

δριμύτητα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
acrimony, acerbity, asperity, severity, tartness, harshness, poignancy, sharpness

δριμύτητα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
aspereza, acerbidad, acrimonia, acritud, agudeza, severidad, gravedad, la gravedad, la severidad, gravedad de

δριμύτητα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erbitterung, herbheit, bitterkeit, bissigkeit, rauheit, schärfe, aggressivität, schroffheit, Schwere, Strenge, Schweregrad, Härte

δριμύτητα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
âcreté, aspérité, acerbité, âpreté, absinthe, rugosité, verdeur, rudesse, amertume, aigreur, brusquerie, acrimonie, fiel, sévérité, gravité, la gravité, la sévérité, gravité de

δριμύτητα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
asperità, asprezza, acerbità, gravità, severità, la gravità, di gravità, rigore

δριμύτητα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
severidade, gravidade, gravidade da, de gravidade, a gravidade

δριμύτητα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bitsheid, strengheid, hevigheid, ernst, de ernst, ernst van

δριμύτητα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жесткость, строгость, суровость, лишения, ожесточение, язвительность, терпкость, жестокость, желчность, резкость, репейник, грубость, шероховатость, неровность, тяжесть, тяжести, серьезность

δριμύτητα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bitterhet, alvorlighetsgrad, alvorlighetsgraden, alvorlig, alvorligheten, alvorlighet

δριμύτητα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
svårighetsgrad, svårighetsgraden, allvarlighetsgrad, allvaret, stränghet

δριμύτητα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ankaruus, rankkuus, katkeruus, tylyys, vakavuus, vakavuuden, vakavuudesta, vakavuutta

δριμύτητα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sværhedsgrad, sværhedsgraden, alvorligheden, alvor, alvoren

δριμύτητα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přísnost, příkrost, kousavost, drsnost, jízlivost, rozhořčenost, hořkost, kyselost, zatrpklost, hrubost, trpkost, vážnost, náročnost, krutost, závažnost

δριμύτητα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uszczypliwość, zgryźliwość, gorycz, ostrość, cierpkość, zażartość, szorstkość, chropowatość, zjadliwość, chrapliwość, surowość, dotkliwość, nasilenie, ciężkości

δριμύτητα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kesernyésség, fanyarság, súlyossága, súlyosságát, súlyosságától, súlyosságának, súlyossági

δριμύτητα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şiddet, şiddeti, ciddiyeti, şiddetinin, şiddetine

δριμύτητα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
брутальність, різкість, труднощах, труднощі, жорсткість, трудності, уїдливість, позбавлення, терпкість, строгість, суворість

δριμύτητα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ashpërsi, ashpërsia, ashpërsia e, rreptësinë, ashpërsisë

δριμύτητα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
суровост, строгост, тежест, тежестта, сериозността

δριμύτητα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
строгасць, строгасьць

δριμύτητα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
karedus, teravus, suhete, salvavus, kibedus, ägedus, tõsidus, raskust, raskusaste, tõsiduse

δριμύτητα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
teškoće, neravnost, mrvica, jetkost, as, žučnost, oporost, gorčina, kec, zajedljivost, hrapavost, oštrina, ozbiljnost, ozbiljnosti, težini, težina, Jačina

δριμύτητα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alvarleiki, alvarleika, vægi, alvarlegri, harka

δριμύτητα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sunkumas, sunkumo, sunkumą, griežtumas, stiprumas

δριμύτητα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
smagums, smaguma, smaguma pakāpe, smagumu, nopietnība

δριμύτητα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сериозноста, тежината, сериозност, тежина, интензитетот

δριμύτητα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
severitate, severitatea, gravitatea, gravitate, severității

δριμύτητα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
trpkost, resnost, resnosti, teža, strogost, intenzivnost

δριμύτητα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prísnosť, prísnosti, tvrdosť, sú prísnosť uložených, prísnosť uložených
Τυχαίες λέξεις