Démettre στα ελληνικά
Μετάφραση: démettre, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απολύω, εξαρθρώνω, στραμπουλίζω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
Μεταφράσεις
- accommodement στα ελληνικά - ίδρυση, διευθέτηση, μηχάνημα, στέγαση, άνεση, συμβιβάζω, οικισμός, ...
- affiliant στα ελληνικά - affiliating
- afghan στα ελληνικά - Αφγανός, του Αφγανιστάν, αφγανική, αφγανικού, αφγανικό
- candélabre στα ελληνικά - πολύφωτο, πολυέλαιος, μανουάλια, μανουάλι, λυχνοστάτης
Τυχαίες λέξεις
Démettre στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απολύω, εξαρθρώνω, στραμπουλίζω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
Μεταφράσεις: απολύω, εξαρθρώνω, στραμπουλίζω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις