Dénouer στα ελληνικά

Μετάφραση: dénouer, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λύνω, διευθετώ, διαλύω, αποφασίζω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση
Dénouer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abroge στα ελληνικά - Καταργήσεις, καταργήσεων, Καταργήσεις Οι, των καταργήσεων, καταργητικές
  • aligné στα ελληνικά - ευθυγραμμισμένος, Αδεσμεύτων, στοίχιση, ευθυγραμμισμένα, ευθυγραμμισμένες
  • arrondissement στα ελληνικά - περιοχή, κύρτωμα, κομητεία, μαχαλάς, περιφέρεια, έδαφος, δήμος, ...
  • clandestinement στα ελληνικά - λαθραία, κρυφά, παράνομα, λάθρα, με μυστικότητα
Τυχαίες λέξεις
Dénouer στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λύνω, διευθετώ, διαλύω, αποφασίζω, αποδέσμευση, αποδέσμευση της, λύσει, αποσύνδεση