Déshabillent στα ελληνικά
Μετάφραση: déshabillent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abonda στα ελληνικά - αφθονούσε, αφθονούσαν, αφθόνησε, αφθόνησαν, έβριθε
- alimentai στα ελληνικά - διατροφής γι
- associant στα ελληνικά - συνδυάζοντας, συνδυάζει, συνδυασμό, το συνδυασμό, συνδυασμού
- brider στα ελληνικά - αναχαιτίζω, μετριάζω, περιλαμβάνω, σφίγγω, χαλιναγωγώ, μέτριος, περιέχω, ...
Τυχαίες λέξεις
Déshabillent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις: γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι