Distant στα ελληνικά
Μετάφραση: distant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψυχρός, απόκεντρος, μακριά, απομακρυσμένος, απόμακρος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accréditée στα ελληνικά - διαπιστευμένος, διαπιστευμένο, διαπιστευμένων, διαπιστευμένους, διαπιστευμένοι
- angleterre στα ελληνικά - Αγγλία, england, Αγγλίας, την Αγγλία, της Αγγλίας
- cambrant στα ελληνικά - αψίδα, κύρτωση, κάμψεως, σχηματίζοντας αψίδα, καμπούριασμα
Τυχαίες λέξεις
Distant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψυχρός, απόκεντρος, μακριά, απομακρυσμένος, απόμακρος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά
Μεταφράσεις: ψυχρός, απόκεντρος, μακριά, απομακρυσμένος, απόμακρος, μακρινός, μακρινό, μακρινή, μακρινές, μακρινά