Divertissant στα ελληνικά
Μετάφραση: divertissant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεφάτος, εύθυμος, κωμικός, αστείος, περίεργος, διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, ψυχαγωγικό, διασκεδαστικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accidents στα ελληνικά - ατυχήματα, ατυχημάτων, ατυχήματος, τα ατυχήματα, των ατυχημάτων
- accoster στα ελληνικά - πλευρίζω, προσγειώνω, προσγειώνομαι, διπλαρώνω, πλησιάζω, έδαφος, κουκέτα, ...
- bourrelet στα ελληνικά - ροδέλα, βούλα, φώκια, χάντρα, σφαιρίδιο, σφαιριδίων, σφαιριδίου, ...
- codifier στα ελληνικά - κώδικας, κωδικοποιώ, θα κωδικοποιήσει, κωδικοποιήσει, Κωδικοποίηση
Τυχαίες λέξεις
Divertissant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεφάτος, εύθυμος, κωμικός, αστείος, περίεργος, διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, ψυχαγωγικό, διασκεδαστικές
Μεταφράσεις: κεφάτος, εύθυμος, κωμικός, αστείος, περίεργος, διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, ψυχαγωγικό, διασκεδαστικές