Drôle στα ελληνικά

Μετάφραση: drôle, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονός, γραφικός, άστατος, εκκεντρικός, απίθανος, αλλόκοτος, ενικός, περίγελος, ιδιόμορφος, απόκοσμος, αστείος, παράδοξος, γελοίος, ιδιότροπος, κωμικός, μοναδικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Drôle στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accabler στα ελληνικά - συντρίβω, φορτίο, βασανίζω, φορτίζω, ταλαιπωρώ, βάρος, γεμίζω, ...
  • assoupir στα ελληνικά - ανακουφίζω, ήρεμος, καταπραΰνω, νηνεμία, κατευνάζω, μισοκοιμώμαι, λαγοκοιμάμαι, ...
  • baisées στα ελληνικά - Fucked, Γαμήσι, πατήσαμε, πηδηχτείς
  • blindés στα ελληνικά - Θωρακισμένα, Θωρακισμένο, θωράκιση, θωρακισμένων, Με θωράκιση
Τυχαίες λέξεις
Drôle στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονός, γραφικός, άστατος, εκκεντρικός, απίθανος, αλλόκοτος, ενικός, περίγελος, ιδιόμορφος, απόκοσμος, αστείος, παράδοξος, γελοίος, ιδιότροπος, κωμικός, μοναδικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες