Efficace στα ελληνικά
Μετάφραση: efficace, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αληθινός, αποτελεσματικός, πραγματικός, πρακτικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aggloméré στα ελληνικά - μοριοσανίδες, νοβοπάν, μοριοσανίδα, μοριοσανίδας, χαρτόνι
- alpin στα ελληνικά - αλπικό, αλπικά, αλπική, των Άλπεων, Άλπεων
- compriment στα ελληνικά - συμπιέζω, πατικώνω, κομπρέσα, συμπιέσει, τη συμπίεση, συμπιέσετε, συμπιέζει
- concentrées στα ελληνικά - συμπυκνωμένος, συμπυκνώθηκε, συμπυκνώνεται, συμπυκνωμένο, συγκεντρώθηκε
Τυχαίες λέξεις
Efficace στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αληθινός, αποτελεσματικός, πραγματικός, πρακτικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές
Μεταφράσεις: αληθινός, αποτελεσματικός, πραγματικός, πρακτικός, αποδοτικός, αποτελεσματική, αποτελεσματικό, αποτελεσματικής, αποτελεσματικές