Embêtant στα ελληνικά
Μετάφραση: embêtant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρετός, ανιαρός, πληκτικός, ενοχλητικός, ενοχλητικό, ενοχλητικά, ενοχλητική, ενοχλητικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acclamez στα ελληνικά - επικροτώ, επιδοκιμάζω, επευφημώ, αναγνώριση, acclaim, επευφημίες
- aigries στα ελληνικά - ξινισμένο, κλονίσει, ξινίσει, soured, ξυνισμένου
- biotechnologie στα ελληνικά - βιοτεχνολογία, βιοτεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας, η βιοτεχνολογία, τη βιοτεχνολογία
Τυχαίες λέξεις
Embêtant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρετός, ανιαρός, πληκτικός, ενοχλητικός, ενοχλητικό, ενοχλητικά, ενοχλητική, ενοχλητικές
Μεταφράσεις: βαρετός, ανιαρός, πληκτικός, ενοχλητικός, ενοχλητικό, ενοχλητικά, ενοχλητική, ενοχλητικές