En στα ελληνικά

Μετάφραση: en, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζί, πάνω, μέσα, μέχρι, εντός, μετά, για, σε, ανά, κάθε, προς, έπειτα, περί, από, τελείωσε, περίπου, στο, στην, στη, στον
En στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • caisson στα ελληνικά - υπόθεση, βαλίτσα, θήκη, περιστατικό, υδατοστεγές κιβώτιο, κιβωτοειδές στοιχείο, κιβωτοειδές, ...
  • cannabis στα ελληνικά - κάνναβης, κάνναβη, την κάνναβη, η κάνναβη, της κάνναβης
  • caste στα ελληνικά - κάστα, κοινωνική τάξη, κάστας, καστών, των καστών
  • centralisée στα ελληνικά - κεντρική, συγκεντρωτική, κεντρικής, συγκεντρωτικό, κεντρικά
Τυχαίες λέξεις
En στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζί, πάνω, μέσα, μέχρι, εντός, μετά, για, σε, ανά, κάθε, προς, έπειτα, περί, από, τελείωσε, περίπου, στο, στην, στη, στον