Escaladent στα ελληνικά
Μετάφραση: escaladent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίμακας, κλίμακα, κλιμάκωση, λέπι, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
Μεταφράσεις
- absinthe στα ελληνικά - πικρός, πικράδα, πικρία, δριμύς, δριμύτητα, αψέντι, το αψέντι, ...
- allièrent στα ελληνικά - σύμμαχος, συμμαχικός, Allied, συμμαχικών, συμμαχικές, συμμαχικά
- atmosphérique στα ελληνικά - ατμοσφαιρικός, ατμοσφαιρική, ατμοσφαιρικής, την ατμοσφαιρική, ατμοσφαιρικές
- brésil στα ελληνικά - brazilwood
Τυχαίες λέξεις
Escaladent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίμακας, κλίμακα, κλιμάκωση, λέπι, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
Μεταφράσεις: κλίμακας, κλίμακα, κλιμάκωση, λέπι, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που