Exploiter στα ελληνικά
Μετάφραση: exploiter, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξασκώ, καταχρώμαι, δουλειά, βρίζω, ιπποσκευή, εργασία, κατάχρηση, εργάζομαι, χρήση, ασκώ, δουλεύω, χρησιμοποιώ, λοιδορία, αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, αξιοποιήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accouplés στα ελληνικά - σε συνδυασμό, συνδυασμό, συζευγμένο, συζευγμένη, συζεύγνυται
- barbouillant στα ελληνικά - daubing
- composées στα ελληνικά - ατάραχος, αποτελείται, που αποτελείται, απαρτίζεται, συγκείμενο, αποτελούμενη
Τυχαίες λέξεις
Exploiter στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξασκώ, καταχρώμαι, δουλειά, βρίζω, ιπποσκευή, εργασία, κατάχρηση, εργάζομαι, χρήση, ασκώ, δουλεύω, χρησιμοποιώ, λοιδορία, αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, αξιοποιήσει
Μεταφράσεις: εξασκώ, καταχρώμαι, δουλειά, βρίζω, ιπποσκευή, εργασία, κατάχρηση, εργάζομαι, χρήση, ασκώ, δουλεύω, χρησιμοποιώ, λοιδορία, αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, αξιοποιήσει