Δουλειά στα γαλλικά

Μετάφραση: δουλειά, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
esclavage, asservissement, servitude, la servitude, bondage, l'esclavage
Δουλειά στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δουλειά

δουλεία διέλευσης, δουλεία αμερικη, δουλεία οικήσεως, δουλεία σε ακίνητο, δουλεία οδού, δουλειά λεξικό γλώσσας γαλλικά, δουλειά στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • δοσολογία στα γαλλικά - doser, dose, prise, dosage, posologie, posologique, doses
  • δουκάτο στα γαλλικά - duché, ducado, duché de
  • δουλειά στα γαλλικά - tâche, fabriquer, négoce, mercantile, profession, poste, oeuvrer, ...
  • δουλειές στα γαλλικά - boutique, affaire, profession, affaires, exploitation, entreprise, point, ...
Τυχαίες λέξεις
Δουλειά στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: esclavage, asservissement, servitude, la servitude, bondage, l'esclavage