Frein στα ελληνικά
Μετάφραση: frein, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροχοπεδώ, χαλινώνω, φρενάρω, χαλιναγωγώ, χαλινάρι, φρένο, φρένων, φρένου, πέδησης, πέδης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- agenouillement στα ελληνικά - γονυκλία, χαμηλώματος, χαμηλώματος της ανάρτησης, γονατιστή, επιγονάτισης
- bobinés στα ελληνικά - πληγή, τραύμα, τραύματος, πληγής, του τραύματος
- circoncire στα ελληνικά - περιτέμνω, περιτέμωσι, περιτέμνει, περιτέμνετε, περιτομή
- clabauder στα ελληνικά - κόλπος, φλοιός
Τυχαίες λέξεις
Frein στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροχοπεδώ, χαλινώνω, φρενάρω, χαλιναγωγώ, χαλινάρι, φρένο, φρένων, φρένου, πέδησης, πέδης
Μεταφράσεις: τροχοπεδώ, χαλινώνω, φρενάρω, χαλιναγωγώ, χαλινάρι, φρένο, φρένων, φρένου, πέδησης, πέδης