Λέξη: μορφάζω

Συνώνυμα: μορφάζω

φωνασκώ

Μεταφράσεις: μορφάζω

μορφάζω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
grimace, wince, I wince

μορφάζω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mueca, grimace, gesto, la mueca, mueca de

μορφάζω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
grimasse, faxe, fratze, Grimasse, Fratze, grill, grillfest, grimace

μορφάζω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rictus, grimace, moue, la grimace, grimace de

μορφάζω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
boccaccia, smorfia, grimace, smorfia di, ghigno, sberleffo

μορφάζω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
careta, grimace, a careta, esgar, trejeito

μορφάζω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
grijnzen, grijns, grimas, grimace, grimacing, gezichten trekken

μορφάζω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
гримаса, ужимка, кривляться, гримасничать, гримасу, гримасой, гримасы

μορφάζω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
geip, grimase, grimace, gjep

μορφάζω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grimas, grimace, grimasen, grimaserar

μορφάζω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
irvistellä, irvistys, irvistää, virnistys, grimace, irvistely

μορφάζω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
grimasse, grimace

μορφάζω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
úšklebek, grimasa, grimasy, škleb, grimasou

μορφάζω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wykrzywić, grymasić, wykrzywiać, grymas, grimace, grymasu, wykrzywiać twarz, wykrzywiać usta

μορφάζω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fintor, grimasz, fintorogva, grimaszt, grimaszol

μορφάζω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüz buruşturma, face, grimace, hoşnutsuzluk, buruşmuş suratlarını

μορφάζω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гримаса, міна

μορφάζω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngërdheshje, grimasë, bëj grimasë

μορφάζω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гримаса, намръщи, гримасата, се намръщи

μορφάζω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
грымаса, грымасе

μορφάζω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
grimass, irve, tehke grimasse, grimassi, Irvistely

μορφάζω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grimasa, kreveljenje, kreveljiti se, kreveljiti

μορφάζω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grimace

μορφάζω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kraipytis, grimasa, vaipytis, Grymas, Grimase

μορφάζω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
grimase, taisīt grimases

μορφάζω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
гримаса, грч, гримаси

μορφάζω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
grimasă, grimasa, strâmbătură, maimuțăreală, schimă

μορφάζω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
grimasa, Grimasa

μορφάζω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
grimasa, grimasy
Τυχαίες λέξεις