Fusil στα ελληνικά

Μετάφραση: fusil, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καραμπίνα, όπλο, πιστόλι, τουφέκι, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού
Fusil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acquiesçons στα ελληνικά - συγκατανεύω, συναίνω, συναινούν, την αποδεχθεί, ανεχθεί, συγκατατίθενται
  • avocat στα ελληνικά - συνηγορώ, σύμβουλος, δικηγόρος, καμαρίλα, υπερασπιστής, συμβουλεύω, συνήγορος, ...
  • clignoté στα ελληνικά - έλαμψε, στιγμιαίας, άστραψε, αναφλέχθηκαν, flashed
  • commissionnés στα ελληνικά - ανέθεσε, ανατέθηκε, αναθέσει, ανατεθεί, που ανατέθηκε
Τυχαίες λέξεις
Fusil στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καραμπίνα, όπλο, πιστόλι, τουφέκι, πυροβόλο όπλο, το όπλο, πιστολιού