Inclinaison στα ελληνικά
Μετάφραση: inclinaison, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταγωγή, βαθμολογώ, κατηφορίζω, πλευρά, εκπίπτω, ξεπεσμός, άπαχος, μόδα, προκατάληψη, πλαγιά, τάση, πέφτω, γέρνω, λοξότητα, βουτώ, μεριά, κλίση, κλίσης, tilt, κλίσεως, την κλίση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accostez στα ελληνικά - πλησιάζω, πλευρίζω, διπλαρώνω, βάλτος, αράζω, προσορμίζω, Μαυριτάνος, ...
- assimilable στα ελληνικά - εφάμιλλος, συγκρίσιμος, αφομοιώσιμος, αφομοιώσιμες, αφομοιώσιμου, αφομοιώσιμη, αφομοιώσιμο
- ceignons στα ελληνικά - ζώνομαι, περιβάλλω, ζώνω, ζώστε, να ζώσει
- commandes στα ελληνικά - εντολές, εντολών, τις εντολές, εντολές που, οι εντολές
Τυχαίες λέξεις
Inclinaison στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταγωγή, βαθμολογώ, κατηφορίζω, πλευρά, εκπίπτω, ξεπεσμός, άπαχος, μόδα, προκατάληψη, πλαγιά, τάση, πέφτω, γέρνω, λοξότητα, βουτώ, μεριά, κλίση, κλίσης, tilt, κλίσεως, την κλίση
Μεταφράσεις: καταγωγή, βαθμολογώ, κατηφορίζω, πλευρά, εκπίπτω, ξεπεσμός, άπαχος, μόδα, προκατάληψη, πλαγιά, τάση, πέφτω, γέρνω, λοξότητα, βουτώ, μεριά, κλίση, κλίσης, tilt, κλίσεως, την κλίση