Inhabité στα ελληνικά

Μετάφραση: inhabité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες
Inhabité στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bâtis στα ελληνικά - χτίζω, οικοδομώ, κατασκευάζω, βάσεις, αναρτήσεις, στηρίγματα, βάσεων, ...
  • calculai στα ελληνικά - υπολογίσιμη, αρχόμενη, υπολογίζεται, που υπολογίζεται, οποία υπολογίζεται
  • commençant στα ελληνικά - έναρξη, αρχή, αρχίζει, ξεκινούν, αρχίζουν, που ξεκινούν
Τυχαίες λέξεις
Inhabité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες