Jardinage στα ελληνικά
Μετάφραση: jardinage, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κηπουρικός, κηπουρική, κηπουρικής, την κηπουρική, η κηπουρική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adossa στα ελληνικά - έγειρε, έσκυψε, κεκλιμένο, έκλινε, ακούμπησε
- agrippèrent στα ελληνικά - πιάνεται, εγκλωβισμένοι, πιάνονται, συμπαρασύρει, έπιασε
- alanguies στα ελληνικά - νωθρός, νωχελική, νωθρό, άτονος, χωλαίνουσα
- commercialisent στα ελληνικά - αγορά, αγοράς, της αγοράς, στην αγορά
Τυχαίες λέξεις
Jardinage στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κηπουρικός, κηπουρική, κηπουρικής, την κηπουρική, η κηπουρική
Μεταφράσεις: κηπουρικός, κηπουρική, κηπουρικής, την κηπουρική, η κηπουρική