Λέξη: χαρτογραφώ

Σχετικές λέξεις: χαρτογραφώ

χαρτογραφώ συνώνυμα

Μεταφράσεις: χαρτογραφώ

χαρτογραφώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
map, chartografo

χαρτογραφώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tarjeta, mapa, plano, chartografo

χαρτογραφώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
karte, himmelskarte, landkarte, abbildung, chartografo

χαρτογραφώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carte, plan, application, diagramme, graphique, chartografo

χαρτογραφώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mappa, carta, chartografo

χαρτογραφώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cartão, mapas, tantos, muitos, mapa, chartografo

χαρτογραφώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kaart, chartografo

χαρτογραφώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
карта, план, картографировать, квартировать, отображать, chartografo

χαρτογραφώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kart, chartografo

χαρτογραφώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
karta, chartografo

χαρτογραφώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kortti, kartta, kuvaus, kartoittaa, chartografo

χαρτογραφώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
landkort, chartografo

χαρτογραφώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mapa, graf, chartografo

χαρτογραφώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wykres, mapa, odwzorować, chartografo

χαρτογραφώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
chartografo

χαρτογραφώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
chartografo

χαρτογραφώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
маорі, chartografo

χαρτογραφώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hartë, chartografo

χαρτογραφώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
карта, chartografo

χαρτογραφώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
chartografo

χαρτογραφώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaart, chartografo

χαρτογραφώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
karta, plan, kartu, zemljovid, chartografo

χαρτογραφώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
landakort, chartografo

χαρτογραφώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
chartografo

χαρτογραφώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
karte, chartografo

χαρτογραφώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
chartografo

χαρτογραφώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
hartă, chartografo

χαρτογραφώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mapa, karta, zemljevid, chartografo

χαρτογραφώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
mapa, chartografo
Τυχαίες λέξεις