Laissons στα ελληνικά
Μετάφραση: laissons, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοικιάζομαι, αφήνω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affecta στα ελληνικά - επιτηδευμένος, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
- chassée στα ελληνικά - οδηγείται, με γνώμονα, γνώμονα, οδηγούνται, κινείται
- collectivisme στα ελληνικά - κολλεκτιβισμός, κολεκτιβισμός, κολεκτιβισμού, κολεκτιβισμό, ο κολεκτιβισμός
Τυχαίες λέξεις
Laissons στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοικιάζομαι, αφήνω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Μεταφράσεις: ενοικιάζομαι, αφήνω, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε