Lexique στα ελληνικά

Μετάφραση: lexique, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξικό, λεξιλόγιο, λεξικού, Εγκυκλοπαίδεια, λεξιλογίου
Lexique στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agrémenter στα ελληνικά - κοσμώ, διακοσμώ, στολίζω, καλλωπίζω, παραλλάζω, λουσάρω, ποικίλλω, ...
  • belle-soeur στα ελληνικά - αδελφή του νόμου
  • cacatoès στα ελληνικά - είδος ψιττακού, cockatoo, cockatoo του
  • cambriolent στα ελληνικά - ληστεύω, Rob, ληστέψει, ληστεύουν, ο Rob
Τυχαίες λέξεις
Lexique στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξιλόγιο, λεξικού, Εγκυκλοπαίδεια, λεξιλογίου