Mêlée στα ελληνικά
Μετάφραση: mêlée, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπολεμώ, συμπλέκομαι, αρπάζομαι, μάχη, μάχομαι, σκαρφαλώνω, δραστηριοποιούμαι, παλεύω, διαταράσσω, σώμα με σώμα, melee, μάχη σώμα με σώμα, σύγχυσης, συμπλοκή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acharnés στα ελληνικά - άγριος, άγρια, έντονος, άγριο, έντονο
- aspersoir στα ελληνικά - ψεκαστήρας, καταιωνιστήρων, ψεκαστήρα, καταιονισμού, ψεκαστήρων
- audible στα ελληνικά - ηχητικό, ακουστική, ακουστικό, ηχητική, ηχητικά
- calmer στα ελληνικά - μέτριος, καθησυχάζω, αποτελώ, συνθέτω, ήρεμος, γαλήνιος, ησυχασμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Mêlée στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπολεμώ, συμπλέκομαι, αρπάζομαι, μάχη, μάχομαι, σκαρφαλώνω, δραστηριοποιούμαι, παλεύω, διαταράσσω, σώμα με σώμα, melee, μάχη σώμα με σώμα, σύγχυσης, συμπλοκή
Μεταφράσεις: καταπολεμώ, συμπλέκομαι, αρπάζομαι, μάχη, μάχομαι, σκαρφαλώνω, δραστηριοποιούμαι, παλεύω, διαταράσσω, σώμα με σώμα, melee, μάχη σώμα με σώμα, σύγχυσης, συμπλοκή