Majoration στα ελληνικά
Μετάφραση: majoration, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθώνομαι, αυξάνω, ανατέλλω, αυξάνομαι, επιχορήγηση, αύξηση, επίδομα, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abstenez στα ελληνικά - απέχω, Απέχουν, Απέχετε, αποφεύγουμε, Αποχή
- besoin στα ελληνικά - ένδεια, ζητώ, πενία, υστέρημα, απαίτηση, χρήση, ανεπάρκεια, ...
- catégorisent στα ελληνικά - κατηγοριοποίηση, κατηγοριοποιήσετε, κατηγοριοποιούν, κατηγοριοποιήσει, κατηγοριοποιήσουν
- cliver στα ελληνικά - σχίζω, διχοτομία, μοίρα, μοιράζω, ανοίγω, διασπούν, αποκόπτουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Majoration στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, αυξάνω, ανατέλλω, αυξάνομαι, επιχορήγηση, αύξηση, επίδομα, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, αυξάνω, ανατέλλω, αυξάνομαι, επιχορήγηση, αύξηση, επίδομα, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει