Marièrent στα ελληνικά
Μετάφραση: marièrent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παντρεμένη, παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abusée στα ελληνικά - κατάχρηση, κακοποιηθεί, καταχράστηκε, καταχραστεί, κατάχρηση της
- achetai στα ελληνικά - αγόρασε, αγοράζονται, αγόρασαν, αγοράσει, αγοραστεί
- bissac στα ελληνικά - σακούλα, θύλακας, πορτοφόλι, το πορτοφόλι, πορτοφολιού, χαρτοφυλακίου, πορτοφολιών
- briefing στα ελληνικά - ενημέρωση, ενημέρωσης, ενημερωτικό, νημέρωση, την ενημέρωση
Τυχαίες λέξεις
Marièrent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παντρεμένη, παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι
Μεταφράσεις: παντρεμένη, παντρεμένος, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι