Naissant στα ελληνικά

Μετάφραση: naissant, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχέση, ανερχόμενος, στάση, έδρανο, νεαρός, εκκολαπτόμενη, εν τη γενέσει, εν τω γενάσθαι, εν τω γεννάσθαι, τω γενάσθαι
Naissant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • artillerie στα ελληνικά - πυροβολικό, πυροβολικού, πυροβόλα, το πυροβολικό, του πυροβολικού
  • avarié στα ελληνικά - στιγματίστηκε, αλλοιωμένο, μολυσμένο, ίχνος, πάσχουν
  • bondé στα ελληνικά - συνωστισμό, συνωστισμός, πολυσύχναστες, πολυσύχναστα, γεμάτο
Τυχαίες λέξεις
Naissant στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχέση, ανερχόμενος, στάση, έδρανο, νεαρός, εκκολαπτόμενη, εν τη γενέσει, εν τω γενάσθαι, εν τω γεννάσθαι, τω γενάσθαι