Opportun στα ελληνικά
Μετάφραση: opportun, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιρρεπής, καίριος, άξιος, επιθυμητός, σκόπιμος, επίκαιρος, σφετερίζομαι, κατάλληλος, ευμενής, συνετός, δεξιός, οικειοποιούμαι, πρόχειρος, πρόσφορος, συνετό, βολικός, έγκαιρος, έγκαιρη, έγκαιρης, έγκαιρα, την έγκαιρη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acariâtre στα ελληνικά - ερειστικός, δύστροπος, αμφιλεγόμενος, μεμψίμοιρος, καβγατζής, φιλόνικος, πικρόχολος, ...
- approvisionnement στα ελληνικά - παρέχω, χορήγηση, τροφοδοσία, παροχή, μέριμνα, προμήθεια, συμβάσεις, ...
- apprêter στα ελληνικά - ντύνομαι, περατώνω, τέλος, απονέμω, τερματισμός, τελειώνω, φτιάχνω, ...
- carbonate στα ελληνικά - ανθρακικό άλας, ανθρακικό, ανθρακικού, το ανθρακικό, ανθρακικόν
Τυχαίες λέξεις
Opportun στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιρρεπής, καίριος, άξιος, επιθυμητός, σκόπιμος, επίκαιρος, σφετερίζομαι, κατάλληλος, ευμενής, συνετός, δεξιός, οικειοποιούμαι, πρόχειρος, πρόσφορος, συνετό, βολικός, έγκαιρος, έγκαιρη, έγκαιρης, έγκαιρα, την έγκαιρη
Μεταφράσεις: επιρρεπής, καίριος, άξιος, επιθυμητός, σκόπιμος, επίκαιρος, σφετερίζομαι, κατάλληλος, ευμενής, συνετός, δεξιός, οικειοποιούμαι, πρόχειρος, πρόσφορος, συνετό, βολικός, έγκαιρος, έγκαιρη, έγκαιρης, έγκαιρα, την έγκαιρη