Ordonné στα ελληνικά

Μετάφραση: ordonné, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρκετός, ακριβής, τακτοποιώ, συγυρισμένος, συγυρίζω, διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί
Ordonné στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agrégée στα ελληνικά - Συνεργάτης, Αναπληρωτής, Αναπληρώτρια, Αναπληρωτή, Αναπλ
  • amoncelons στα ελληνικά - συσσωρεύω
  • assignée στα ελληνικά - ανατεθεί, αποδίδεται, εκχωρηθεί, ανατίθενται, ειδικό προορισμό
  • complainte στα ελληνικά - επενέργεια, διάβημα, θρηνώ, δράση, μοιρολογώ, πάθηση, οδυρμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Ordonné στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρκετός, ακριβής, τακτοποιώ, συγυρισμένος, συγυρίζω, διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί