Péremptoire στα ελληνικά

Μετάφραση: péremptoire, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδιαμφισβήτητος, τελικός, εταιρία, κατηγορηματικός, θετικός, σαφής, καθοριστικός, εμφατικός, οριστικός, σταθερός, αποφασιστικός, αμετάτρεπτος, αποφασισμένος, εδραίος, πειστικός, αμετάκλητος, αυταρχικός, επιτακτικός, ανένδοτος, προστακτικός, αυθαίρετος
Péremptoire στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrité στα ελληνικά - προστατευμένη, προστατευόμενα, προφυλαγμένη, προφυλαγμένα, προστατευμένο
  • assaillie στα ελληνικά - επιτέθηκε, αγνοηθούν, επιτέθηκαν, επιτεθεί, καταφέρονταν εναντίον
  • chorégraphie στα ελληνικά - χορογραφία, χορογραφίας, χορογραφίες, η χορογραφία, τη χορογραφία
Τυχαίες λέξεις
Péremptoire στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδιαμφισβήτητος, τελικός, εταιρία, κατηγορηματικός, θετικός, σαφής, καθοριστικός, εμφατικός, οριστικός, σταθερός, αποφασιστικός, αμετάτρεπτος, αποφασισμένος, εδραίος, πειστικός, αμετάκλητος, αυταρχικός, επιτακτικός, ανένδοτος, προστακτικός, αυθαίρετος